Μπάρος. Η 2η ανάβαση
Στα τελειώματα αυτού του Σεπτέμβρη ο απόκοσμος ταξιδευτής εδοκίμασε τη δεύτερη ανάβαση στο όρος. Παρότι βουνίσιος από καταγωγή και γεννησιμιού, βιάστηκε να προφτάξει τα χιόνια που σε λίγο θα σκεπάσουν τις κορφές. Γιατί σ’ αυτό το ανηφόρισμα δεν ήθελε εξωτερικές αλυκόντιες. Του έφτανε ο μέσα του αγώνας. Ωστόσο σε τούτη τη δεύτερη προσπάθεια ένιωθε πολύ πιο σίγουρος σε σχέση με την πρώτη του φορά. Εκείνο το πρώτο, το αρχαίο βάρος του όρους, τώρα είχε αλλάξει μέσα του αίσθηση. Σαν οι χιλιάδες τόνοι του βράχου να είχαν μεταστοιχειωθεί σε στοιχεία πολύ ελαφριά. Αν ήθελες να ονομάσεις το ύφος του τώρα, θα το ‘λεγες πέτρωση του ανέμου. Ή ανίατη εμμονή. Προτού φτάσει ν’ ανηφορίσει την πρώτη απαγανιά, πέρασε μια μικρή κοιλάδα που την έλεγαν "Στο Μύλο". Κύτταξε τον παλαιό νερόμυλο με το βαγένι, με τη φτερωτή και με τη χελιδόνα του. Κάπου εκεί στη δέση των νερών, ακούμπησε στον όχτο του αυλακιού και θυμήθηκε το τραγούδι που άκουγε παιδί να τραγουδάνε οι δύο μυλωνάδες, ο γέρο Γιαννακός...